Επισείω

Μια ακόμα λέξη, από τις πολλές η αλήθεια είναι, που μέχρι να την συναντήσω σε κείμενο και να την «ψάξω» είχα την εντύπωση ότι σήμαινε κάτι τελείως διαφορετικό. Ήρθε όμως η ώρα και η στιγμή που λόγω του πλούσιου σημασιολογικού της περιεχομένου, αξίζει σίγουρα να της δοθεί η δική της καταχώρηση στο ιστολόγιο.

Επισείω=[ρήμα μεταβατικό: επέσεισα] κυριολεκτικά σημαίνει κραδαίνω κάτι απειλητικά, κουνώ κάτι εναντίον κάποιου, κυρίως για εκφοβισμό όπως επίσης απομακρύνω, διώχνω. Έχει όμως πολλαπλές σημασίες με μεταφορική έννοια:

  1. προκαλώ κάτι, βάζω κάτι μέσα σε κάποιον, Στην νεότερη εκδοχή της γλώσσας αποδίδει την έννοια του φόβου ή απειλής λέγοντας κάτι. ΣΥΝ φοβερίζω, απειλώ.
  2. παρακινώ, προτρέπω, ερεθίζω.
  3. προσβάλλω, επιτίθεμαι (αμετάβατο).
  4. κουνώ κάτι ελαφρά πάνω σε άλλο, χαϊδεύω.
  5. Στη φράση «επισείω την χείρα» που σημαίνει κουνώ το χέρι για να δείξω συναίνεση.

2 σκέψεις σχετικά με το “Επισείω

  1. Προσβάλλω είναι, με δύο ΛΛ, ενεστώτας.
    Το «προσβάλω» είναι ο απλός μέλλοντας και χρειάζεται και το «θα».

    βάλλω
    έβαλλα
    θα βάλω
    ΕΒΑΛΑ
    έχω βάλει
    είχα βάλει
    θα έχω βάλει
    θα βάλλω

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε